Βέβαια, οι σπουδαίοι BLML που έκαναν “σεφτέ” φέτος στο Gagarin, δεν στηρίχθηκαν τόσο στον ηλεκτρισμό, αλλά σε άλλα φυσικά φαινόμενα και ιδέες, όπως, ας πούμε, το χάος. Τι έχει ως ραχοκοκαλιά μια ψυχεδελική μπάντα που σέβεται τον εαυτό της; Τα τύμπανα, το έχουμε ξαναπεί. Αξιότατος ο Παναγιώτης Τόγιας. Παρακάτω, τα κρουστά και το έξτρα πιατίνι του Άγγελου Αρνιώτη, για να δώσουν αυτή την αίσθηση του χάους. Αλλά και τα πλήκτρα του Μιχάλη Μαγνή, που προσέθεταν έναν new wave τόνο, όπως στο “Hunger”, ή και το τσέλο που ήρθε περίπου στα μισά του σετ, δεν πήγαιναν πίσω.
Το να αναφέρεις, βέβαια, ότι δεν πήγαινε πίσω η κιθάρα του Γιώργου Καρανικόλα (The Last Drive) ή το μπάσο του Νίκου Κετζέα (Speedball, Rockin’ Bones), είναι αχρείαστο και περιττό.
Photo: BLML
Χωρίς φανφάρες και άσκοπα/άστοχα πολυστολισμένα λόγια, οι BLML άνοιξαν τη χειμερινή περίοδο στηριζόμενοι στα άλμπουμ “Panopticon” και “The Gift”, ενώ για λίγο έστριψαν τη μηχανή του χρόνου και στα χρόνια των Blackmail, με το “Showdown”.
Παράλληλα, το ανατολίτικης χροιάς “Death Ray”, το “Kamikaze 30” ή η διασκευή (με όλη τη σημασία της λέξης) στο “Magic Doors” των Portishead, δεν μας άφησαν να πάρουμε μάτια και αυτιά από τη σκηνή, ενώ το σπάνιας ομορφιάς τελείωμα με την πανδαισία του “Hermione’s Sleep Code”, δεν μπορούσε παρά να σε αφήσει άναυδο. Κάπου εκεί στο βάθος, ορκίζομαι ότι άκουσα και τους τεράστιους Rainbow να τραγουδούν το απίστευτο “Gates of Babylon”.
Photo: BLML
Ώρα για εκρήξεις, όμως. Αφήνουμε πίσω το εξαιρετικό ξεκίνημα και πάμε για τη συνέχεια, πάντα με τη σημαία των ΗΠΑ κρεμασμένη κατακόρυφα στον χώρο, όπως κάνουν οι JON SPENCER BLUES EXPLOSION σε κάθε συναυλία τους, για κάποιον λόγο που αυτοί γνωρίζουν καλύτερα.
Χωρίς διακοπές, πάρα μόνο για ορισμένα “ladies and gentlemen”, και με τον ήχο όπως ακριβώς έπρεπε, το τρίο έβαλε τα υλικά, άναψε το σπίρτο και η συνέχεια είναι όσα διαδραματίστηκαν στο Gagarin, που από συναυλιακό club της Αθήνας μετατράπηκε σε μπαρ της Νέας Υόρκης.
Το μόνο που έλειπε, ήταν κάποιος να παρουσιάσει τους JSBX ως το γκρουπ που έρχεται κατευθείαν από το γκαράζ μιας κακόφημης συνοικίας, όμως αυτό το έκαναν οι ίδιοι, δεν χρειάζονταν υποβολέα.
Photo: The Jon Spencer Blues Explosion
Γρέζια, punk καταβολές και φόρος τιμής στους Dead Boys (αλλά και στους Stooges, MC5, Cramps κλπ) με το “What Love Is”, τραγουδισμένο από τον ντράμερ Russell Simins, ιστορίες από την παλιά Νέα Υόρκη με το “Tales of Old New York: The Rock Box”, ροκ εν ρολ όπως το είπαν ο Chuck Berry, ο Bill Haley και ο Buddy Holly.
Explosion, η απόλυτη λέξη που περιγράφει το συγκεκριμένο γκρουπ. “Dial Up Doll”, “Born Bad”, “Betty Vs The NYPD” και όχι μόνο, φυσικά, από το νέο τους άλμπουμ “Freedom Tower - No Wave Dance Party 2015”, διασκευή στο “She’s on It” των Beastie Boys και “The Ballad of Joe Buck” για να αναφερθεί και η αδυναμία στο hip hop, o Jon Spencer με πλήρη αδρεναλίνη και η κιθάρα του Judah Bauer να ακούγεται ενίοτε σαν το μπάσο του Lemmy, για να συμπληρωθεί το σχετικό κενό, που λόγω της δίδυμης κιθαριστικής μαεστρίας, φαινόταν μηδαμινό ως ανύπαρκτο.
Photo: The Jon Spencer Blues Explosion
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην επιστροφή τους στην Ελλάδα μετά από 11 χρόνια, οι Jon Spencer Blues Explosion έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό, ενδεχομένως και με αφορμή τη βιντεοσκόπηση της εμφάνισής τους.
Παράλληλα, το ερώτημα που πλανιόταν στον αέρα του Gagarin όσο περνούσε η ώρα, ήταν το “πόσα παρακλάδια του ροκ και των μπλουζ θα ακούσουμε και σε πόσα μέρη θα ταξιδέψουμε ακόμη”. Απαντήσεις ήρθαν με το “Down in the Beast” του νότου, την γκρούβα και το cowbell του “Funeral”, το “Wax Dummy” όπου στον χώρο εμφανίστηκε το φάντασμα του Άγιου του Τζίμι του Χέντριξ που έφτιαξε τον ολόδικό του πλανήτη, ή το “Blues X Man” για να εμπεδώσουμε το ρημάδι το “blues explosion”.
Οι Jon Spencer Blues Explosion έκλεισαν το πρώτο μέρος του σόου στη μία ώρα, συνέχισαν με ένα χορταστικότατο ημίωρο encore, έδειξαν με κάθε τρόπο πώς είναι να μετατρέπεις μια συναυλία σε τζαμάρισμα και εξήγησαν τι σημαίνει punk blues. Αυτά.